γκρεμνά

γκρεμνά
τα
βλ. γκρεμός.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • γκρεμός — και γκρεμνός, ο και γκρεμνό, το (πληθ. γκρεμοί, οι και γκρεμνά, τα) (AM κρημνός, ο Μ κρημνόν και γκρέμνο και κρέμνο, το) ψηλός και απότομος βράχος μσν. νεοελλ. 1. επικίνδυνο σημείο, κίνδυνος 2. δύσκολες περιστάσεις νεοελλ. «μπρος γκρεμός και πίσω …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”